Πέμπτη 2 Μαΐου 2013

Αντισυνταγματικότητες του πολυνομοσχεδίου


Παίρνω την πρωτοβουλία να αναφερθώ στον προσφάτως ψηφισθέντα νόμο, που έγινε γνωστός ως «πολυνομοσχέδιο» επειδή θεωρώ ότι εν προκειμένω, τίθεται μείζον θέμα αντισυνταγματικότητας του Νόμου αυτού, όχι μόνο στα κατ’ ουσία από αυτόν ρυθμιζόμενα ζητήματα αλλά ιδίως στο αυταπόδεικτο της έλλειψης της απαιτούμενης κοινοβουλευτικής διαδικασίας για την ψήφισή του.

Μείζον συνταγματικό ζήτημα τίθεται από τη σώρευση του συνόλου των παραπάνω μέτρων σε ένα και μόνον άρθρο, το οποίο κατατέθηκε στη Βουλή και πρόκειται να εισαχθεί για συζήτηση, επεξεργασία και ψήφιση με τη διαδικασία του κατεπείγοντος. 

Σύμφωνα με το άρθρο 76 παρ. 1 Συντ.: «Κάθε νομοσχέδιο και κάθε πρόταση νόμου συζητείται και ψηφίζεται μία μόνο φορά, καταρχήν, κατ’ άρθρο και στο σύνολο με την εξαίρεση των περιπτώσεων που προβλέπονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 72».

Παρομοίως, και στο άρθρο 72 παρ. 4 Συντ. ορίζεται: «Νομοσχέδιο ή πρόταση νόμου που συζητήθηκε και ψηφίστηκε στην αρμόδια διαρκή κοινοβουλευτική επιτροπή εισάγεται στην Ολομέλεια σε μία συνεδρίαση, όπως ορίζει ο Κανονισμός της Βουλής, και συζητείται και ψηφίζεται ενιαία επί της αρχής, επί των άρθρων και στο σύνολο». 

Στο άρθρο 65 παρ 1 του Συντάγματος ορίζεται: «1. Η Βουλή ορίζει τον τρόπο της ελεύθερης και δημοκρατικής λειτουργίας της με Κανονισμό, που ψηφίζεται από την Ολομέλεια κατά το άρθρο 76 και δημοσιεύεται με παραγγελία του Προέδρου της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.»

Περαιτέρω, στον Κανονισμό της Βουλής (Απόφ. Προέδρου Βουλής, Αριθ. 2682 της 22/24.6.87, Δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως του «Κώδικα Κανονισμού Εργασιών της Βουλής» (Μέρος Κοινοβουλευτικό, ΦΕΚ Α' 106), όπως αυτός τροποποιήθηκε με τις Αποφάσεις της Ολομέλειας της Βουλής, υπ’ αριθμ 4419/3369/2009 (ΦΕΚ Α 66/2009) και 11561/7748 (ΦΕΚ Α 139/10.8.2010), ορίζεται λεπτομερώς η διαδικασία συζήτησης και ψήφισης των νομοσχεδίων στη Βουλή των Ελλήνων.

Ειδικότερα, στο Κεφάλαιο Γ, στα άρθρα 108 έως 113 ορίζοντα τα ακόλουθα, σχετικά με τη διαδικασία ψήφισης κάθε είδους νομοσχεδίου στο Κοινοβούλιο:



«ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ`

ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

Ψήφιση σχεδίων και προτάσεων νόμων χωρίς ή με περιορισμένη συζήτηση



Αρθρο 108

1. Στην αρχή της συνεδρίασης και πριν από την έναρξη της συζήτησης των θεμάτων της ημερήσιας διάταξης η Βουλή μπορεί να ψηφίσει καταρχήν, κατ` άρθρο και στο σύνολο σχέδια ή προτάσεις νόμων χωρίς συζήτηση. Αν προβληθούν αντιρρήσεις, ο Πρόεδρος "καλεί" το Βουλευτή ή τους βουλευτές που τις διατύπωσαν να λάβουν το λόγο.

*** Οι λέξεις "μπορεί να καλέσει" αντικαταστάθηκαν με τη λέξη "καλεί" ως άνω, από την παρ.1 άρθρ.11 της από 3-7-1996 Αποφ.Ολομ.Βουλής (ΦΕΚ Α 151/8-7-1996)



2. Η Βουλή μπορεί ύστερα από ομόφωνη πρόταση της Διάσκεψης των Προέδρων να ψηφίσει καταρχήν, κατ` άρθρο και στο σύνολο σχέδια ή προτάσεις νόμων όπως κατατέθηκαν ή διαμορφώθηκαν από την αρμόδια επιτροπή χωρίς συζήτηση.



3. Τα σχέδια και οι προτάσεις νόμων της προηγούμενης παραγράφου εγγράφονται κατά προτεραιότητα στην ημερήσια διάταξη με ρητή αναφορά της σχετικής ομόφωνης πρότασης της Διάσκεψης των Προέδρων.



4. Αν διατυπωθούν αντιρρήσεις, η Βουλή μπορεί να αποφασίσει την ψήφιση των σχεδίων και προτάσεων νόμων της παρ. 2 ύστερα από περιορισμένη συζήτηση που διεξάγεται στην ίδια ή σε άλλη συνεδρίαση.



5. Στην περιορισμένη συζήτηση της προηγούμενης παραγράφου μπορούν να μετέχουν μόνο ο αρμόδιος Υπουργός, οι εισηγητές, οι Πρόεδροι των Κοινοβουλευτικών Ομάδων και οι Βουλευτές που διατύπωσαν τις αντιρρήσεις για "πέντε (5)" λεπτά της ώρας ο καθένας.



"6. Σχέδια και προτάσεις νόμων, που έγιναν ομοφώνως δεκτά ή με πλειοψηφία τεσσάρων πέμπτων (4/5) του όλου αριθμού των μελών της αρμόδιας διαρκούς επιτροπής, ψηφίζονται από τη Βουλή χωρίς συζήτηση, με ανάλογη εφαρμογή της παρ. 1 του παρόντος άρθρου".

*** Η παρ.6 προστέθηκε με την παρ.1 άρθρ.11 της από 3-7-1996

 Αποφ.Ολομ.Βουλής (ΦΕΚ Α 151/8-7-1996)



«7. Σχέδιο ή πρόταση νόμου που συζητήθηκε και ψηφίστηκε στην αρμόδια διαρκή επιτροπή, εισάγεται σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 72 του Συντάγματος στην Ολομέλεια σε μία συνεδρίαση και συζητείται και ψηφίζεται ενιαία επί της αρχής, επί των άρθρων και στο σύνολο. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 9 εδάφιο πρώτο και 13.

*** Το άρθρο 108 τροποποιήθηκε ως άνω με το άρθρ.8 παρ.14 της

 6483/2001 αποφ.Ολομ.Βουλής, ΦΕΚ Α 284/18.12.2001



*** Η φράση "και 9 εδάφιο πρώτο" στο δεύτερο εδάφιο της παρ.7 αντικαταστάθηκε από τη φράση ", 9 εδάφιο πρώτο και 13", με το άρθρο 25 της Αποφ.Ολομ.Βουλής 6933/4926/2008, ΦΕΚ Α 126/2.7.2008.»




«Κατεπείγοντα σχέδια και προτάσεις νόμων  

Άρθρο 109



1. Τα σχέδια και οι προτάσεις νόμων που χαρακτηρίζονται από την Κυβέρνηση ως κατεπείγοντα κατά το άρθρο 76 παρ. 4 του Συντάγματος παραπέμπονται αμέσως μετά την κατάθεσή τους στην αρμόδια επιτροπή. Ο Πρόεδρος της Βουλής ορίζει ανάλογη προθεσμία για την υποβολή της έκθεσης σύμφωνα με το άρθρο 89 παρ. 3.



2. Αν η επιτροπή αποδεχθεί το χαρακτηρισμό του κατεπείγοντος, προβαίνει στην επεξεργασία και την εξέταση του σχεδίου ή της πρότασης νόμου σε μία συνεδρίαση.



3. Αμέσως μετά την υποβολή της έκθεσης της επιτροπής ή την πάροδο της προθεσμίας για την υποβολή της τα σχέδια και οι προτάσεις νόμων της προηγούμενης παραγράφου εγγράφονται κατά προτεραιότητα στην ημερήσια διάταξη κατά παρέκκλιση του άρθρου 91 παρ. 7.



4. Η συζήτηση και ψήφιση των κατεπειγόντων σχεδίων και κατεπειγουσών προτάσεων νόμων ολοκληρώνεται σε μία συνεδρίαση, που διαρκεί κατ` ανώτατο όριο δέκα ώρες.



5. Στην αρχή της συνεδρίασης, η Βουλή μπορεί μετά πρόταση του Προέδρου της να καθορίσει το χρόνο που θα διατεθεί για την καταρχήν και την κατ` άρθρο συζήτηση.



6. Αν για οποιονδήποτε λόγο δε ληφθεί απόφαση της Βουλής σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο διατίθενται τέσσερις ώρες για την καταρχήν και έξι ώρες για την κατ` άρθρο συζήτηση.



7. Στην καταρχήν και στην κατ` άρθρο συζήτηση μετέχουν, εκτός από τους εισηγητές, ο Πρωθυπουργός ή ο αρμόδιος Υπουργός, οι Πρόεδροι των Κοινοβουλευτικών Ομάδων, και από ένας εκπρόσωπός τους. Η ομιλία τους περιορίζεται στο ένα δεύτερο (1/2) του χρόνου που προβλέπεται από τα άρθρα 97 και 103.



8. Μετά την εξάντληση του καταλόγου των ομιλητών της προηγούμενης παραγράφου και σε κάθε περίπτωση μετά τη συμπλήρωση του δεκαώρου κηρύσσεται περαιωμένη η συζήτηση σε οποιοδήποτε στάδιο και αν βρίσκεται και διεξάγεται η ψηφοφορία καταρχήν, κατ` άρθρο και στο σύνολο.»




«Σχέδια και προτάσεις νόμων (ιδιαίτερης σημασίας ή) επείγοντος χαρακτήρα 

Άρθρο 110

1. Κατά την έναρξη της συζήτησης η Κυβέρνηση μπορεί να ζητήσει από τη Βουλή σύμφωνα με το άρθρο 76 παρ. 5 του Συντάγματος να καθορίσει με απόφασή της το συνολικό αριθμό των συνεδριάσεων μέσα στις οποίες θα γίνει η συζήτηση και η ψήφιση σχεδίου ή πρότασης νόμου που έχουν (ιδιαίτερη σημασία ή) επείγοντα χαρακτήρα. Ο αριθμός των συνεδριάσεων αυτών δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερος από τρεις με την επιφύλαξη της παρ. 3.



2. Στη συζήτηση της πρότασης της Κυβέρνησης μετέχουν ένας Βουλευτής για την υποστήριξη και ένας για την απόκρουσή της επί πέντε (5) λεπτά της ώρας καθένας. Τον ίδιο επίσης χρόνο έχουν και οι Πρόεδροι των Κοινοβουλευτικών Ομάδων. Η απόφαση της Βουλής λαμβάνεται αποκλειστικά με ανάταση ή έγερση.



3. Μετά πρόταση του ενός δεκάτου (1/10) του όλου αριθμού των Βουλευτών, η οποία υποβάλλεται είτε έως το τέλος της συζήτησης της προηγούμενης παραγράφου, είτε κατά τη διάρκεια της τρίτης συνεδρίασης, η Βουλή μπορεί να παρατείνει τη συζήτηση του σχεδίου ή της πρότασης νόμου κατά δύο το πολύ συνεδριάσεις. Στην τελευταία περίπτωση εφαρμόζεται η παρ. 2.



4. Στην αρχή της συνεδρίασης η Βουλή μετά πρόταση του Προέδρου της καθορίζει τον αριθμό των συνεδριάσεων που θα διατεθούν για την καταρχήν και την κατ` άρθρο συζήτηση.



5. Αν για οποιονδήποτε λόγο δεν ληφθεί απόφαση της Βουλής σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο διατίθενται μία συνεδρίαση για την καταρχήν και δύο συνεδριάσεις για την κατ` άρθρο συζήτηση, όταν ο συνολικός αριθμός των συνεδριάσεων έχει οριστεί σε τρεις. Πέρα από τις τρεις διατίθενται δύο συνεδριάσεις για την καταρχήν και οι λοιπές για την κατ` άρθρο συζήτηση όταν η σχετική απόφαση για τον αριθμό των συνεδριάσεων έχει ληφθεί στην αρχή της πρώτης συνεδρίασης.



"6. Κατά τη συζήτηση σχεδίων και προτάσεων νόμων (ιδιαίτερης σημασίας ή) επείγοντος χαρακτήρα η διάρκεια της ομιλίας στην καταρχήν συζήτηση των Υπουργών, των Προέδρων των Κοινοβουλευτικών Ομάδων και των εισηγητών ορίζεται σε "δεκαπέντε (15) λεπτά της ώρας, των ειδικών αγορητών σε "οκτώ (8)" λεπτά της ώρας και των εγγεγραμμένων στον κατάλογο των ομιλητών βουλευτών σε πέντε (5) λεπτά της ώρας. Στην κατ` άρθρο συζήτηση η διάρκεια της ομιλίας ορίζεται για όλους τους ομιλητές σε τρία (3) λεπτά της ώρας".



"7. Στα σχέδια και στις προτάσεις νόμων που συζητούνται με τη διαδικασία του παρόντος άρθρου, δευτερολογίες επιτρέπονται μόνο στην καταρχήν συζήτηση στους εισηγητές για δέκα (10) και στους ειδικούς αγορητές για "πέντε (5)" λεπτά της ώρας.



8. Η συζήτηση των σχεδίων και προτάσεων νόμων, που διεξάγεται σύμφωνα με το άρθρο αυτό, τερματίζεται στη δωδεκάτη νυχτερινή ώρα της τελευταίας συνεδρίασης και πάντως το αργότερο με τη συμπλήρωση έξι ωρών από την έναρξή της.

*** Το άρθρο 110,όπως είχε τροποποιηθεί με την 6913/1993/Α` 200 Αποφ. Ολομ. Βουλης, τροποποιήθηκε ως άνω με το άρθρ. 8 παρ.15 της 6483/2001 αποφ. Ολομ. Βουλής, ΦΕΚ Α 284/18.12.2001.



Περαιτέρω, στο Κεφάλαιο Δ, ορίζεται απολύτως αναλυτικά η διαδικασία ψήφισης νομοσχεδίων με ειδικές νομοθετικές διαδικασίες. Οι επιμέρους ρυθμίσεις έχουν ως εξής:



«ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ`

ΕΙΔΙΚΕΣ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

Σχέδια και προτάσεις νόμων για τη σύσταση ειδικών επιτροπών σύνταξης και κύρωσης κωδίκων



Άρθρο 111



1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 118 παρ. 6, τα σχέδια και οι προτάσεις νόμων με τα οποία συνιστώνται ειδικές επιτροπές για τη σύνταξη κωδίκων ή για την κωδικοποίηση διατάξεων που υπάρχουν σύμφωνα με το άρθρο 76 παρ. 6 και 7 του Συντάγματος πρέπει να περιέχουν απαραιτήτως διατάξεις σχετικές με τη σύσταση, σύνθεση, συγκρότηση, καθώς και κάθε άλλο θέμα που αφορά το έργο και τη λειτουργία των ειδικών αυτών επιτροπών.



2. Ειδικές επιτροπές για τη σύνταξη ενός ή περισσότερων κωδίκων διαφορετικού αντικειμένου μπορούν να συσταθούν με το ίδιο σχέδιο ή την ίδια πρόταση νόμου.



3. Κατά την επιψήφιση δικαστικών ή διοικητικών κωδίκων και κατά την κωδικοποίηση διατάξεων που υπάρχουν σύμφωνα με το άρθρο 76 παρ. 6 και 7 η συζήτηση γίνεται μία φορά καταρχήν και κατόπιν ακολουθεί ψήφιση στο σύνολο.»




«Σχέδια και προτάσεις νόμων για κύρωση διεθνών συνθηκών ή συμβάσεων

Άρθρον 112



1. Η Βουλή εγκρίνει ή απορρίπτει τα σχέδια και τις προτάσεις νόμων που κυρώνουν διεθνείς συνθήκες ή διεθνείς συμβάσεις χωρίς μεταβολές του περιεχομένου των συνθηκών και συμβάσεων.



2. Η κύρωση των σχεδίων και προτάσεων νόμων της προηγουμένης παραγράφου γίνεται με τη διαδικασία του άρθρου 108.



3. Η προηγούμενη παράγραφος δεν εφαρμόζεται για τα σχέδια και τις προτάσεις νόμων που αφορούν την κύρωση συμβάσεων σύμφωνα με τα άρθρα 27 και 28 παρ. 2 και 3 του Συντάγματος.» 




«Σχέδια νόμων για την κύρωση πράξεων νομοθετικού περιεχομένου  

Άρθρο 113



1. Τα σχέδια νόμων που αφορούν την κύρωση πράξεων νομοθετικού περιεχομένου κατά το άρθρο 44 παρ. 1 του Συντάγματος εγγράφονται κατά προτεραιότητα στην ημερήσια διάταξη της Βουλής.



2. Τα σχέδια νόμων της προηγούμενης παραγράφου περιέχουν απαραιτήτως ένα άρθρο που κυρώνει αυτούσια την πράξη νομοθετικού περιεχομένου. Μπορούν επίσης να προστεθούν και διατάξεις που ρυθμίζουν θέματα σχετικά με την κυρούμενη πράξη.»



Σημειωτέον ότι σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του ν. 2232/1994 (ΦΕΚ 140 Α΄), η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή έπρεπε να είχε υποβάλλει προς τη Βουλή την αιτιολογημένη γνώμη της στον Πρόεδρο της Βουλής το αργότερο μέχρι την έναρξη της συζήτησής του νομοσχεδίου στην Ολομέλεια ή στο Τμήμα Διακοπής των Εργασιών της Βουλής. Η έκφραση του Νόμου που τάσσει ως απώτατο χρονικό όριο «το αργότερο μέχρι την έναρξη της συζήτησής του νομοσχεδίου στην Ολομέλεια» καταδεικνύει κατά την άποψή μου αποκλειστική προθεσμία, για την υποβολή της γνώμης, ενώ η υποβολή της γνώμης είναι μάλλον υποχρεωτική αφού το νομοθέτημα εκφράζεται με ρητό και σαφή τρόπο και μάλιστα, προαπαιτεί θετική ενέργεια («…διατυπώνει…»), για την τέλεση της οποίας δεν παρέχει διακριτική ευχέρεια.
Το εν λόγω άρθρο έχει ως εξής:

Άρθρο 54 (Aριθμ. 4419/3369 Απόφαση της Ολομέλειας της Βουλής «Για την

τροποποίηση διατάξεων του Κανονισμού της Βουλής (Μέρος Β΄ και Μέρος Κοινοβουλευτικό), (ΦΕΚ Α, 66/4-5-2009)

Στο τέλος της παραγράφου 5 του άρθρου 85 προστίθενται εδάφια ως εξής:

«Για το περιεχόμενο των νομοσχεδίων που αφορούν τις εργασιακές σχέσεις, την κοινωνική ασφάλιση, τα φορολογικά μέτρα, καθώς και τη γενικότερη κοινωνικοοικονομική πολιτική, ιδίως σε θέματα περιφερειακής ανάπτυξης, επενδύσεων, εξαγωγών, προστασίας καταναλωτή και ανταγωνισμού, η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (Ο.Κ.Ε.) διατυπώνει αιτιολογημένη γνώμη, σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του ν. 2232/1994 (ΦΕΚ 140 Α΄), όπως ισχύει κάθε φορά, η οποία υποβάλλεται στον Πρόεδρο της Βουλής το αργότερο μέχρι την έναρξη της συζήτησής τους στην Ολομέλεια ή στο Τμήμα Διακοπής των Εργασιών της Βουλής.»




Αξίζει, τέλος, να υπομνησθεί, ότι το Κοινοβουλευτικό μας σύστημα γνωρίζει την ένσταση περί αντισυνταγματικότητας, ήδη κατά τη φάση της συζητήσεως ενός Νόμου στη Βουλή. Η ένσταση αντισυνταγματικότητας μπορεί να προταθεί από τον Πρόεδρο της Βουλής, κάθε Βουλευτή ή μέλος της Κυβέρνησης, σύμφωνα με το άρθρο 100, το οποίο έχει επί λέξει ως ακολούθως: 


«Ζητήματα αντισυνταγματικότητας

Άρθρο 100



1. Ο Πρόεδρος της Βουλής και κάθε Βουλευτής ή μέλος της Κυβέρνησης μπορεί να ζητήσει, στο στάδιο της καταρχήν συζήτησης, να αποφανθεί η Βουλή αναφορικά με συγκεκριμένες αντιρρήσεις που προβάλλει για τη συνταγματικότητα σχεδίου ή πρότασης νόμου.



2. Στη συζήτηση της πρότασης της προηγούμενης παραγράφου μετέχουν ένας απ` αυτούς που τη διατύπωσαν, ένας από τους αντιλέγοντες, οι πρόεδροι των Κοινοβουλευτικών Ομάδων και οι αρμόδιοι Υπουργοί, καθένας για πέντε (5) λεπτά της ώρας. Η σχετική απόφαση λαμβάνεται αποκλειστικά με ανάταση ή έγερση.»


ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ:
Από τις παραπάνω διατάξεις συνάγεται ότι κάθε νομοσχέδιο (ή πρόταση νόμου) που περιλαμβάνει περισσότερες σχετικά αυτοτελείς μεταξύ τους ρυθμίσεις οφείλει κατά συνταγματική επιταγή να διαιρείται σε άρθρα, προκειμένου η συζήτηση, επεξεργασία και ψήφισή του, δηλαδή η νομοθετική διαδικασία στη Βουλή να διέλθει οπωσδήποτε τρία στάδια: πρώτα επί της αρχής του νομοσχεδίου, ακολούθως για κάθε άρθρο του ξεχωριστά και τελικά στο σύνολο. 

Η απαίτηση αυτή αποτελεί απόρροια και έκφραση τόσο της δικαιοκρατικής όσο και της δημοκρατικής αρχής. Αφενός, διασφαλίζει τη διαφάνεια της νομοθετικής διαδικασίας και μάλιστα αμφίπλευρα, τόσο απέναντι στους πολίτες όσο και στους ίδιους τους βουλευτές, προκειμένου να είναι σαφές και γνωστό πρωτίστους στους ίδιους τί ακριβώς συζητούν και ψηφίζουν κάθε φορά. Αφετέρου, διασφαλίζει το δημοκρατικό δικαίωμα των βουλευτών να παρέχουν κατά συνείδηση και ενδεχομένως να διαφοροποιούν την ψήφο τους σε επιμέρους άρθρα σε σχέση με την ψήφο τους επί της αρχής ορισμένου νομοσχεδίου.

Η κατ’ άρθρο συζήτηση και επεξεργασία των νομοσχεδίων αποτελεί επομένως εκ του Συντάγματος επιβεβλημένο και υποχρεωτικό στάδιο της νομοθετικής διαδικασίας στη Βουλή, από την οποία κατά λογική και συνταγματική αναγκαιότητα απορρέει η υποχρέωση, τα νομοσχέδια να κατατίθενται και να εισάγονται προς συζήτηση στη Βουλή διαρθρωμένα σε άρθρα.

Είναι βεβαίως αυτονόητο ότι η σχετική υποχρέωση δεν υφίσταται στην περίπτωση όπου το νομοσχέδιο περιλαμβάνει μία και μόνη αυτοτελή ρύθμιση, οπότε και εισάγεται στη Βουλή το «άρθρο μόνο» του νομοσχεδίου. Στην περίπτωση αυτή, η νομοθετική διαδικασία συντέμνεται σε δύο μόνο στάδια, επί της αρχής και στο σύνολο. Σε κάθε άλλη περίπτωση και, πάντως, σε περίπτωση αμφιβολίας το νομοσχέδιο οφείλει να διαρθρώνεται σε άρθρα, ώστε να διέλθει και τα τρία στάδια της νομοθετικής διαδικασίας.

Είναι επομένως πέραν πάσης αμφισβήτησης ότι η σώρευση πλείστων και ποικίλων μέτρων ατάκτως ερριμμένων στο κατ’ ευφημισμόν «άρθρο μόνο» του νομοσχεδίου παραβιάζει κατάφωρα το άρθρο 76 παρ. 1 Συντ., δεδομένου ότι, παρά την αυταπόδεικτη κανονιστική αυτοτέλεια των επιμέρους (συνταξιοδοτικών, μισθολογικών κλπ.) ρυθμίσεων, παραλείπεται η κατ’ άρθρον συζήτηση, επεξεργασία και ψήφισή τους.

Η παραβίαση είναι ακόμη βαρύτερη, αν ληφθεί υπόψη ότι το νομοσχέδιο εισάγεται με τη διαδικασία του επείγοντος (ενδεικτικός και ο τίτλος του νομοσχεδίου «Επείγοντα μέτρα εφαρμογής των νόμων 4046/2012,4093/2012 και 4127/2013») και επομένως έχει ήδη συρρικνωθεί στο ελάχιστο συνταγματικά επιτρεπτό όριο η συζήτηση στη Βουλή.

Ταυτόχρονα, η παραπάνω μεθόδευση προσβάλλει επίσης το δικαίωμα της κατά συνείδηση ψήφου των βουλευτών κατά το άρθρο 60 παρ. 1 Συντ., δεδομένου ότι τους στερεί τη δυνατότητα να διαφοροποιήσουν, θετικά ή αρνητικά, εάν αυτό επιβάλλει η συνείδησή τους, την ψήφο για ένα ή περισσότερα από τα επιμέρους μέτρα σε σχέση με την επί της αρχής ψήφο τους.

Παρέλκει ενδεχομένως να επισημανθεί ότι η εν λόγω μεθόδευση παραβιάζει επιπροσθέτως και άλλες συνταγματικές διατάξεις. Ενδεικτικά, σύμφωνα με το άρθρο 73 παρ. 2 εδ. β΄ Συντ.: «Τα νομοσχέδια για συντάξεις πρέπει να είναι ειδικά· δεν επιτρέπεται, με ποινή την ακυρότητα, να αναγράφονται διατάξεις για συντάξεις σε νόμους που αποσκοπούν στη ρύθμιση άλλων θεμάτων».


Εν προκειμένω, διατάξεις για (περικοπές σε) συντάξεις αναγράφονται όχι απλώς στο ίδιο νομοσχέδιο, αλλά στο ίδιο άρθρο που αποσκοπεί στη ρύθμιση πλειάδας άλλων θεμάτων, κατά παράβαση του άρθρου 73 παρ. 2 εδ. β΄ Συντ., η οποία συνεπάγεται την ακυρότητα ειδικά των συνταξιοδοτικών διατάξεων του νομοσχεδίου.

Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 74 παρ. 5 εδ. β΄ Συντ.: «Νομοσχέδιο ή πρόταση νόμου που περιέχει διατάξεις άσχετες με το κύριο αντικείμενό τους δεν εισάγεται για συζήτηση».

Εν προκειμένω, το κατατεθέν νομοσχέδιο και το «άρθρο μόνο» αυτού απαρτίζονται από ένα άθροισμα –δεν πρόκειται καν για σύνολο, πολλώ δε μάλλον για σύστημα κανόνων δικαίου– ή μάλλον σύμφυρμα άσχετων μεταξύ τους διατάξεων και στην πραγματικότητα δεν έχει καν «κύριο αντικείμενο», δεν μπορεί δηλαδή καν να αποτελέσει αντικείμενο ενιαίου νόμου, με αποτέλεσμα να εισάγεται για συζήτηση κατά παράβαση του άρθρου 74 παρ. 5 εδ. β΄ Συντ.

Τέλος, χρειάζεται να τονισθεί, ότι το ψηφισθέν νομοσχέδιο, κατά το μέρος που απαιτούνταν η υποβολή γνώμης της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (ΟΚΕ), όπως αυτή αναφέρθηκε ανωτέρω κι εφόσον αυτή δεν υπεβλήθη, εντός της αποκλειστικής προθεσμίας που τάσσει το άρθρο 54 του Κανονισμού της Βουλής, όπως αυτό έχει τροποποιηθεί, ψηφίστηκε κατά παράβαση του Κοινοβουλευτικού Δικαίου και του Συντάγματος και είναι επί της ουσίας…ανυπόστατο!  

Από την άποψη της λειτουργίας του πολιτεύματος, όλα τα παραπάνω συνιστούν μια βαρύτατη θεσμική απρέπεια έναντι της Βουλής.

Ο ρόλος του κοινοβουλευτικού νομοθέτη υποβαθμίζεται στην απλώς διεκπεραιωτική «επικύρωση» προδιαμορφωμένων νομοθετικών πακέτων, για τους τύπους και μόνο, και χωρίς καμία δυνατότητα επεξεργασίας τους. Οι βουλευτές απλώς ψηφίζουν χωρίς να βουλεύονται.

Ανήκει στην ίδια τη Βουλή να διασώσει, έστω κατ’ ελάχιστο, την αξιοπρέπεια των μελών της και το θεσμικό ρόλο της και το Σύνταγμα παρέχει επαρκείς δυνατότητες προς τούτο. Σύμφωνα με το άρθρο 65 παρ. 4 Συντ.: «Ο Πρόεδρος της Βουλής διευθύνει τις εργασίες του Σώματος, μεριμνά για τη διασφάλιση της ανεμπόδιστης διεξαγωγής των εργασιών του, την κατοχύρωση της ελεύθερης γνώμης και έκφρασης των βουλευτών και την τήρηση της τάξης…».

Και ανήκει σε κάθε Δικαστή το καθήκον να μην εφαρμόσει Νόμους που ψηφίστηκαν αντισυνταγματικά και μεθοδεύουν άλλη μια απροκάλυπτα παράνομη ως αντισυνταγματική επίθεση στους πολίτες τούτου του τόπου…

Τέλος, το γεγονός ότι δεν υπεβλήθη (τουλάχιστον εξ' όσων γνωρίζω) ούτε μια ένσταση αντισυνταγματικότητας της διαδικασίας και των κατ' ουσία ρυθμίσεων του νομοσχεδίου, καταδεικνύει την ποιότητα του πολιτικού μας συστήματος αλλά και τον νομιμοποιητικό ρόλο που επιτελεί, εν τέλει, η αντιπολίτευση, εξασφαλίζοντας τη σταθερότητά του.

ΥΓ1: Πλήθος επιχειρημάτων έλαβα από την γνωμοδότηση των Χρυσόγονου-Καϊδατζή, σχετικά με τις αντισυνατηματικότητες του Μνημονίου ΙΙΙ, που βρήκα εδώ. Ευχαριστώ θερμά.

ΥΓ2: Την έλλειψη της γνώμης της ΟΚΕ την συνήγαγα από τα έγγραφα τα οποία δημοσιεύει η ίδια η Βουλή των Ελλήνων, στην ηλεκτρονική διεύθυνση στην οποία ανακοινώνει την ψήφιση του νομοσχεδίου, και την οποία μπορείτε να δείτε εδώ. Στις εκθέσεις που επισυνάπτονται και γενικότερα, στα έγγραφα που δημοσιεύονται από την επίσημη ιστοσελίδα της Βουλής, τέτοια γνώμη, δεν υπάρχει, ούτε μνημονεύεται πουθενά... 

ΥΓ3: Την έλλειψη της γνώμης της ΟΚΕ αλλά και γενικότερα, νομικά σφάλματα της όλης διαδικασίας διαπιστώνει και η Επιστημονική Επιτροπή της Βουλής, την έκθεση της οποίας μπορείτε να βρείτε εδώ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

de jure app