Κυριακή 15 Ιανουαρίου 2012

Πόσες αλήθειες χωράνε σε 2 παραγράφους του κου Βενιζέλου?

"Το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους είναι ο δικηγόρος του κράτους. Δηλαδή ο δικηγόρος όλων μας, γιατί κράτος είμαστε όλοι μας. Επειδή εδώ είμαστε στο πεδίο της φορολογίας, δηλαδή είμαστε στο πεδίο της δημοσιονομικής πολιτικής, του δημοσίου δικαίου και επειδή η φορολογία είναι άσκηση κρατικής πολιτικής, αρμόδια είναι τα Διοικητικά Δικαστήρια και όχι τα Πολιτικά Δικαστήρια. Είναι άλλο πράγμα η σχέση της ΔΕΗ με τους καταναλωτές της, άλλο πράγμα η σχέση του κράτους με τους φορολογουμένους του.
Εμείς θα κινηθούμε στο επίπεδο της σχέσης κράτους–φορολογούμενου, διοίκησης–διοικούμενου, και δεν θα κάνουμε ανταγωνισμό νομικών επινοήσεων και τεχνασμάτων, γιατί πρέπει να σας πω ότι δεν συγκινούμε από τέτοιου είδους δραστηριότητες εγώ προσωπικά. Δεν θα κοροϊδέψει κανείς κανέναν πολίτη. Ο πολίτης εάν έχει ανάγκη, θα έχει τρόπο να το πει αυτό και στη ΔΕΗ και στη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων, σε συνεργασία με τους Δήμους, υπό την αιγίδα της Κεντρικής Ένωσης Δήμων και Κοινοτήτων. Δεν χρειάζεται κανείς να κάνει τον αυτόκλητο διαμεσολαβητή ή υπερασπιστή."
(Συνέντευξη Τύπου του Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης και Υπουργού Οικονομικών κ. Ευάγγελου Βενιζέλου, για την κατάθεση του Προϋπολογισμού 2012 (18-11-2011), πηγή κειμένου: http://www.minfin.gr/portal/el/resource/contentObject/id/a7e06095-28e1-41e0-97ad-1b2ad859f40b )
 
Ας πάρουμε με τη σειρά, μια-μια τις προτάσεις που συντάσσει ο Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης, για να δούμε τι μας λέει

ΛΕΕΙ:
"Επειδή εδώ είμαστε στο πεδίο της φορολογίας, δηλαδή είμαστε στο πεδίο της δημοσιονομικής πολιτικής, του δημοσίου δικαίου και επειδή η φορολογία είναι άσκηση κρατικής πολιτικής, αρμόδια είναι τα Διοικητικά Δικαστήρια και όχι τα Πολιτικά Δικαστήρια."

ΑΠΑΝΤΗΣΗ:
Αντιλαμβάνομαι ότι ο Υπουργός βλέπει φόρους ακόμα και στους λογαριασμούς της ΔΕΗ αλλά η νομική πραγματικότητα είναι κατά τι διαφορετική.

Είναι προφανές, ότι με την επιβολή του φόρου (ΕΕΤΗΔΕ), η Διοίκηση παρεμβαίνει παράνομα και αντισυνταγματικά, στη συμβατική ελευθερία των μερών, αφού διαμορφώνει μονομερώς και επιβάλλει νομοθετικά νέους ουσιώδεις όρους στη σύμβαση, μεταξύ του πελάτη-πολίτη και της ΔΕΗ ΑΕ. Αυτή η συμβατική μεταβολή, ως μεταβολή που επέρχεται σε σύμβαση διεπόμενη από το Ιδιωτικό Δίκαιο, ελέγχεται ως προς τη νομιμότητά της από τα Πολιτικά Δικαστήρια.

Ειδικότερα, η Διοίκηση επιβάλλει μονομερή και δη, δυσμενή τροποποίηση των συμβατικών όρων, που έχουν συνομολογηθεί μεταξύ του πολίτη-καταναλωτή και της ΔΕΗ ΑΕ (έστω και υπό την μορφή των ΓΟΣ της σύμβασης προσχωρήσεως) αιφνιδιάζοντας επιθετικά τον καταναλωτή κι εκμεταλλευόμενη τη δεσπόζουσα θέση της Επιχείρησης στον ολιγοπωλιακό ελληνικό χώρο της ηλεκτρικής ενέργειας.

Ως προς τούτο, οι πράξεις της Διοίκησης ελέγχονται σύμφωνα με το νόμο περί Προστασίας του Καταναλωτή (Ν 2251/1994) και μάλιστα, με Συνταγματικές εγγυήσεις (δείτε Ιωάννη Καράκωστα, Δίκαιο Προστασίας του Καταναλωτή) και εγγυήσεις του Ευρωπαϊκού Δικαίου.

Εξάλλου, τα Διοικητικά Δικαστήρια θα ήταν εντελώς αναρμόδια, για να κρίνουν το κύρος της μεταβολής των Γενικών Όρων των Συναλλαγών, σε μια σύμβαση Ιδιωτικού Δικαίου, που καταρτίστηκε μεταξύ ενός πολίτη και μιας ανωνύμου εταιρίας, εισηγμένης στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών.

Μάλιστα, ενόψει της σπουδαιότητας του παρεχόμενου αγαθού (ηλεκτρική ενέργεια) υπάρχουν σχετικές Κοινοτικές Οδηγίες, οι οποίες, αφενός απαγορεύουν στα κράτη-μέλη της ΕΕ την ανάπτυξη πολιτικών που επιτείνουν την "ενεργειακή φτώχεια" (όρος που χρησιμοποιείται στις Οδηγίες) και αφετέρου, επιβάλλεται η προστασία του καταναλωτή, ιδίως δε στις περιπτώσεις καθολικής παροχής υπηρεσιών (η ΔΕΗ ΑΕ εμπίπτει στην έννοια της καθολικής παρόχου υπηρεσίας, αντί πολλών: μελέτη-γνωμοδότηση Χριστίνας Βρεττού, ΔιΜΕΕ 3/2008, Έτος 5ο, σελ 312-322, καθώς και κείμενο της Οδηγίας 2009/72/ΕΚ της 13-7-2009).

Συνεπώς, ναι μεν ο Υπουργός βλέπει μόνο έναν φόρο, αλλά η πραγματικότητα είναι αρκετά πιο σύνθετη, από αυτή που παρουσιάζει ο Υπουργός, αφού εν τέλει, μιλάμε για μια ανώνυμη εταιρία με προφανή δεσπόζουσα θέση (ΔΕΗ ΑΕ), την οποία παρανόμως εκμεταλλεύεται το Ελληνικό Δήμόσιο, για ένα αγαθό υψίστης οικονομικής και κοινωνικής σημασίας (ηλεκτρισμός) και μια σύμβαση ιδιωτικού δικαίου (παροχή ρεύματος έναντι αντιτίμου), η οποία επιβαρύνεται από έναν φόρο (ΕΕΤΗΔΕ).

Αυτή είναι η πλήρης νομική εικόνα.

Οι απλουστεύσεις του Υπουργού ενδέχεται να εξυπηρετούν είτε το πολιτικό του ακροατήριο, είτε την απόπειρα προβολής μιας αποφασιστικής εικόνας πολιτικής επιβολής, είτε την δημιουργία τρόμου και την υφέρπουσα απόπειρα άσκησης διοικητικής βίας αλλά αφήνουν εντελώς αδιάφορο το νομικό ακροατήριο.

Εξάλλου, αν, όντως, η πραγματικότητα ήταν τόσο απλή, δεν θα ήταν αναγκαία η επιβολή του φόρου, μέσω των λογαριασμών της ΔΕΗ αλλά θα γινόταν με την κλασσική μέθοδο της ταμειακής βεβαίωσης του φόρου και την αποστολή της σχετικής ειδοποίησης σε καθέναν από εμάς. Τότε, όντως θα μιλούσαμε μόνο για έναν φόρο.

Αλλά αυτή η τελευταία διαδικασία, δεν θα μπορούσε νόμιμα να εφαρμοστεί, καθόσον το Σύνταγμα απαγορεύει την διπλή φορολόγηση της ίδιας φορολογητέας ύλης περισσότερες της μιας φοράς μέσα στο ίδιο οικονομικό έτος.

Άρα η ενσωμάτωση του φόρου στο λογαριασμό της ΔΕΗ και η βάφτισή του ως "τέλους", συνιστά μια νομική αναγκαιότητα για το Υπουργείο και δείχνει ακριβώς, ότι ήδη από την θέσπισή του το ΕΕΤΗΔΕ αντιμετώπιζε...υπαρξιακά προβλήματα, δηλαδή προβλήματα νομιμότητας, που το φέρνουν έκτοτε αντιμέτωπο με την εξαφάνισή του.

ΛΕΕΙ: 
"Είναι άλλο πράγμα η σχέση της ΔΕΗ με τους καταναλωτές της, άλλο πράγμα η σχέση του κράτους με τους φορολογουμένους του."

ΑΠΑΝΤΗΣΗ:
 
Ακριβώς!

Συνεπώς, από άλλο δίκαιο διέπεται η σχέση της ΔΕΗ με τους καταναλωτές της (ιδιωτικό δίκαιο) κι από άλλο δίκαιο διέπεται η σχέση του κράτους με τους φορολογουμένους του (δημόσιο δίκαιο).

Με την πρόταση αυτή, ήδη ο Υπουργός αναγνώρισε την αρμοδιότητα των Πολιτικών Δικαστηρίων, προς εξέταση κάθε αίτησης ασφαλιστικών μέτρων και αγωγών εναντίον της ΔΕΗ.

Και τούτο, διότι, το δικόγραφο της αίτησης λήψης ασφαλιστικών μέτρων δεν στρέφεται κατά του Ελληνικού Δημοσίου, αλλά κατά της ΔΕΗ ΑΕ, για τους λόγους που αναφέρονται κάθε φορά σε αυτό.

Ο νομικός κόσμος ουδόλως έσφαλλε υπαγάγωντας στην κρίση του Πολιτικού Δικαστή την σχέση ΔΕΗ-καταναλωτή.
Απεναντίας, σύγχυση φαίνεται να επικρατεί στο Υπουργείο, το οποίο, αφενός μεν, διακρίνει ότι έχει να κάνει με δυο διαφορετικά "πράγματα", πλην όμως επιδιώκει να υπαγάγει και τα δυο στο δημόσιο δίκαιο, στερώντας τον πολίτη από την δικαστική προστασία που δικαιούται, κατ' άρθρο 20 του Συντάγματος.

ΛΕΕΙ: 
"Εμείς θα κινηθούμε στο επίπεδο της σχέσης κράτους–φορολογούμενου, διοίκησης–διοικούμενου, και δεν θα κάνουμε ανταγωνισμό νομικών επινοήσεων και τεχνασμάτων γιατί πρέπει να σας πω ότι δεν συγκινούμε από τέτοιου είδους δραστηριότητες εγώ προσωπικά."

ΑΠΑΝΤΗΣΗ:
 
Αν και η πολιτική ιστορία του Υπουργού δείχνει, ότι αυτός είναι ο εμπνευστής μεγάλης μερίδας νομικών επινοήσεων και τεχνασμάτων που φαίνεται να τον συγκινούν ιδιαίτερα (πχ βουλευτικό ασυμβίβαστο, εξάλειψη του αξιοποίνου σε κακουργηματική υπεξαίρεση άμα τη επιστροφή των υπεξαιρεθέντων κλπ), θα παραβλέψω τα ιστορικά δεδομένα, χάριν της ουσιώδους εξέτασης των νομικών θεμάτων που προκύπτουν.
'
1. Σε αυτό το σημείο, είναι σωστό να δούμε το πρώτο νομικό τέχνασμα του Υπουργού, σχετικά με το ΕΕΤΗΔΕ.
Στην Αιτιολογική Έκθεση του Ν 4021/2011 (ΦΕΚ 218/Α΄/03-10-2011), αναφέρεται επί λέξει:
"...επιλέχθηκε από την Κυβέρνηση η επιβολή ειδικού τέλους στα ηλεκτροδοτούμενα ακίνητα με οικιστική ή εμπορική χρήση... επιβάλλεται σε περιουσία της οποίας η πραγματική αξία εξαρτάται απολύτως από την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων και συνεπώς, εμπεριέχει σαφή στοιχεία εμμέσου ανταποδοτικής ικανότητας".

Κατά την έννοια του Νόμου και την πάγια νομολογία των Ανωτάτων Δικαστηρίων, κάθε επιβαλλόμενο τέλος, θα πρέπει να έχει άμεση και ειδική ανταποδοτικότητα (ΑΠΟλομ 751/ 1986).

Απεναντίας, οτιδήποτε αναπτύσσει μόνο έμμεση ανταποδοτικότητα, θεωρείται φόρος (ΑΕΔ 5/1984, ΣτΕ 3386, 1103/1989, 3954, 105-6/1982, 648/1981 , 18/1994 ΑΠ (ΟΛΟΜ), ΣτΕ 1891/1978, 3796/1983, 2624/1985, 3268/1990, 4122-3/2001, 4435/2005 περί του τέλους φωτισμού, ΣτΕ 1717-1718/2003 επταμ. περί του «τέλους ρυπάνσεως» και ΣτΕ 42/2007 επταμ. περί δημοτικού τέλους για πολιτιστικές και μορφωτικές εκδηλώσεις).

Ο νομικός χαρακτηρισμός που προσδίδει ο Νόμος ή/και οι συναφείς κανονιστικές διοικητικές πράξεις παραμένει αδιάφορος, ενόψει του ανωτέρω κριτηρίου, ενώ ο αυθεντικός νομικός χαρακτηρισμός εναπόκειται στο εκάστοτε επιλαμβανόμενο Δικαστήριο.

Ώστε, ήδη από την Αιτιολογική Έκθεση του Νόμου 4021/2011, αποκαλύπτεται το πρώτο τέχνασμα του Υπουργού:
Το δήθεν "τέλος", είναι τελικά, φόρος, καθόσον, όπως επί λέξει ομολογείται "εμπεριέχει στοιχεία εμμέσου ανταποδοτικής ικανότητας".  Ώστε το πρώτο τέχνασμα εν τέλει, αφορά το μυστήριο της βαπτίσεως του ΦΟΡΟΥ σε "τέλος".
 

2. Περαιτέρω, όπως προαναφέρθηκε, το Σύνταγμα (αρ 17) απαγορεύει την διπλή φορολόγηση της ίδιας φορολογητέας ύλης περισσότερες της μιας φοράς μέσα στο ίδιο οικονομικό έτος.

Μάλιστα, ήδη από τις διατάξεις του Ν. 1249/1982 προβλέπεται επιβολή φόρου σε ΟΛΑ τα ακίνητα που βρίσκονται στην Ελλάδα, ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΑ από την ιθαγένεια, κατοικία ή την έδρα  του ιδιοκτήτη τους.

Ώστε, ήδη, όλοι οι Έλληνες, φορολογούμαστε για την ακίνητη περιουσία μας.

Οπότε, προέκυψε ως διπλή αναγκαιότητα, ο εν λόγω φόρος να βαφτιστεί "τέλος", για να επιβιώσει, καθόσον επιβάλλεται σε φορολογητέα ύλη, η οποία έχει ήδη φορολογηθεί.

Το δεύτερο τέχνασμα του Υπουργού, λοιπόν, είναι ακριβώς αυτό:
Φορολόγησε για δεύτερη φορά τα ίδια πράγματα.
 

3. Το τρίτο τέχνασμα του Υπουργού είναι ότι η διαδικασία της βεβαιώσεως αμέσου ή εμμέσου φόρου ή προστίμου ή τέλους κλπ στην αρμόδια ΔΟΥ, συνιστά ουσιώδη τύπο της διαδικασίας εισπράξεως δημοσίων εσόδων, αφού από τη βεβαίωση και ένθεν παράγεται ο νόμιμος τίτλος είσπραξης υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου, ενώ η προηγούμενη καταλογιστική πράξη δεν αναπτύσσει εκτελεστότητα, ούτε καν προσωρινή.

Eάν ελλείπει ή/και προσβάλλεται η καταλογιστική πράξη (που προηγείται της βεβαιώσεως και συνεπώς, αποτελεί το προαπαιτούμενο για την έκδοση του νομίμου τίτλου - όπως συμβαίνει στην περίπτωση του εν λόγω "τέλους"), τότε η καταλογιστική πράξη ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΗΣΕΙ ΟΥΤΕ ΩΣ ΠΡΟΣΩΡΙΝΟΣ ΤΙΤΛΟΣ ΒΕΒΑΙΩΣΕΩΣ και συνεπώς, ΔΕΝ ΕΠΙΤΡΕΠΕΤΑΙ ΕΚΤΕΛΕΣΗ με μόνη την καταλογιστική πράξη.

Εν προκειμένω, αυτό σημαίνει ότι, με μόνη την κοινοποίηση της ατομικής ειδοποίησης και ελλείψει της βεβαιώσεως του ποσού του ΕΕΤΗΔΕ στην αρμόδια ΔΟΥ, η καταλογιστική πράξη που κοινοποιείται με την ατομική ειδοποίηση ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΚΤΕΛΕΣΤΕΙ και συνεπώς, δεν μπορεί να διακοπεί η ηλεκτροδότηση (είτε η διακοπή θεωρηθεί ως εκτέλεση είτε ως παρεπόμενο της εκτέλεσης μέτρο).

Ιδιαίτερα ευνοϊκό στην κατεύθυνση αυτή, στάθηκε και το σκεπτικό της πρόσφατης 435/2011 Γνωμοδότησης του ΝΣΚ (με την οποία απαγορεύτηκε στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων η είσπραξη της ΔΕΗ χωρίς την καταβολή του ΕΕΤΗΔΕ), που διαπιστώνει ότι η ανακύπτουσα διαφορά είναι φορολογικής-διοικητικής φύσεως.

Επομένως, εάν η ανακύπτουσα διαφορά είναι φορολογικής-διοικητικής φύσεως, θα πρέπει να ακολουθήσει τη διαδικασία βεβαιώσεως και εισπράξεως του ΚΕΔΕ, μη δυναμένης της καταλογιστικής πράξης (δηλ. του λογαριασμού της ΔΕΗ) να οδηγήσει σε νόμιμη εκτέλεση (δηλ. διακοπή της ηλεκτροδότησης).

Ξέρετε ποιος τα λέει αυτά?
Όχι μόνο το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, με την υπ' αριθμ 641/1993 Γνωμοδότηση.
Δηλαδή, δεν τα λένε μόνο οι δικηγόροι του Ελληνικού Δημοσίου...

ΤΑ ΛΕΕΙ ΚΑΙ Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΤΟΥ 2001!
Ο Υφυπουργός Οικονομικών το 2001 έχει εκδόσει την YΠOIK 1065136/4186-11/0016/ΠΟΛ.1140/14.5.2001 "Περί της δυνατότητας βεβαίωσης και είσπραξης εσόδων του Δημοσίου κατά το χρονικό διάστημα της αναστολής των άρθρων 68 παρ. 2, 88 εδ. β, 200-205, 206-209 και 228 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν.2717/99)"

Με την ανωτέρω Υπουργική Απόφαση έγινε δεκτή η υπ' αριθμ 426/2000 γνωμοδότηση της Ολομέλειας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, στο σκεπτικό της οποίας περιλαμβάνεται το σκεπτικό της ανωτέρο υπ' αριθμ 641/1993 Γνωμοδότησης του ΝΣΚ.

Μάλιστα, η διάταξη της παρ 4 του αρ 7 του Ν 3086/2002 αναφέρει επί λέξει ότι
"4. Οι γνωμοδοτήσεις δεν δημιουργούν δικαίωμα υπέρ οποιουδήποτε τρίτου, πριν από την αποδοχή τους με επισημειωματική πράξη από τον Πρόεδρο της Βουλής, τον αρμόδιο Υπουργό, ή το Διοικητικό Συμβούλιο Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου ή άλλο κατά νόμο αρμόδιο όργανο αυτού ή Ανεξάρτητης Διοικητικής Αρχής ή από τον Γενικό Γραμματέα Περιφέρειας. Μετά την αποδοχή τους οι γνωμοδοτήσεις αποτελούν πράξεις, που είναι υποχρεωτικές για τη Διοίκηση ή το Νομικό Πρόσωπο ή την Ανεξάρτητη Διοικητική Αρχή."
 

Ενόψει όλων των ανωτέρω και ειδικότερα της ΑΠΟΔΟΧΗΣ των υπ' αριθμ 641/1993 και 426/2000 Γνωμοδοτήσεων του ΝΣΚ από τον Υφυπουργό Οικονομικών και με δεδομένο, ότι η θέση του Υπουργού είναι Ανώτατη μεν, πλην όμως Διοικητική Θέση (κατά τη θεωρία του Διοικητικού Δικαίου ο Υπουργός βρίσκεται "στην κορυφή της Διοικητικής πυραμίδας"), η οποία υπόκειται στο κανονιστικό πεδίο των ρυθμίσεων του Ν 3086/2002, εκτιμώ ότι θα πρέπει, είτε ο ίδιος ο Υπουργός να εκδίδει τις πράξεις αναστολής κατά της διακοπής της ηλεκτροδότησης (ενόψει μη τηρήσεως του ουσιώδους τύπου της διαδικασίας), είτε θα πρέπει να διαπιστωθεί, ότι ο Υπουργός παραβιάζει ουσιαστική διάταξη Νόμου (παρ.4 αρ.7 Ν.3086/2002) και ως εκ τούτου, θα πρέπει να κινηθεί σε βάρος του η διαδικασία που προβλέπεται από το Νόμο περί ευθύνης Υπουργών.

Καταλήγοντας, σκέφτομαι ότι είναι ευτύχημα που ο Υπουργός που δεν κάνει "ανταγωνισμό νομικών επινοήσεων και τεχνασμάτων".

Αφενός, γιατί νομίζω, ότι πολύ δύσκολα θα μπορούσε κανείς να κερδίσει έναν τέτοιο διαγωνισμό, απέναντι σε αυτό τον Υπουργό.

Και αφετέρου, γιατί ο νομικός κόσμος της χώρας δεν έπραξε κάτι άλλο από το αυτονόητο: Υπήγαγε μια σύμβαση ιδιωτικού δικαίου ενώπιον του πολιτικού Δικαστή.

Ενώ ο Υπουργός έπραξε εις τριπλούν το αδιανόητο: Με νομικούς ακροβατισμούς, επινοήσεις και τεχνάσματα επιδιώκει να φορολογήσει 2 φορές την ήδη φορολογημένη ύλη, καταστρατηγώντας το Σύνταγμα, τους Νόμους και τις Υπουργικές Αποφάσεις, που το Υπουργείο του έχει εκδόσει στο παρελθόν και την ίδια στιγμή προσπαθεί να μας πείσει ότι τίποτα από τα παραπάνω δεν κάνει...

ΛΕΕΙ:
"Δεν θα κοροϊδέψει κανείς κανέναν πολίτη. Ο πολίτης εάν έχει ανάγκη, θα έχει τρόπο να το πει αυτό και στη ΔΕΗ και στη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων, σε συνεργασία με τους Δήμους, υπό την αιγίδα της Κεντρικής Ένωσης Δήμων και Κοινοτήτων. Δεν χρειάζεται κανείς να κάνει τον αυτόκλητο διαμεσολαβητή ή υπερασπιστή."

ΑΠΑΝΤΗΣΗ:
 
Όντως, δεν έχουμε ανάγκη από αυτόκλητους εξομολόγους και πνευματικούς τύπου ΔΕΗ, ΓΓΠΣ, Δήμους και ΚΕΔΚΕ.

Έχουμε ανάγκη από τον φυσικό Δικαστή του άρθρου 20 του Συντάγματος.

Μπορεί Εσείς να διεκδικείτε κατ' αποκλειστικότητα και κατ' αποκοπή το ρόλο του "αυτόκλητου διαμεσολαβητή ή υπερασπιστή" του πολίτη, αλλά αυτό που πραγματικά χρειαζόμαστε σήμερα είναι αρκετούς δικαστές, πραγματικά ανεξάρτητους, μακριά και πέρα από τις δικές σας παρεμβάσεις και πιέσεις, για να μας προστατεύσουν επαρκώς από την παράνοια του σάπιου πολιτικού συστήματος, που με τόσο σθένος υπηρετείτε.


Με ειλικρίνεια,
Ένας κακός δικηγόρος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

de jure app