Τρίτη 19 Μαρτίου 2013

ΔΕΕ υπόθεση C‑415/11: Αυτεπάγγελτη έρευνα της καταχρηστικότητας ΓΟΣ ακόμα και σε δίκη περί την εκτέλεση


Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έκρινε ότι η ισπανική κανονιστική ρύθμιση, με την οποία δεν επιτρέπεται στον αρμόδιο Δικαστή να αναστείλει τη διαδικασία εκτέλεσης υποθήκης λόγω καταχρηστικής ρήτρας στη δανειακή σύμβαση ακινήτου αντίκειται στο δίκαιο της Ένωσης.


Πιο συγκεκριμένα, με την ισπανική νομοθεσία προβλέπονται περιορισμένοι λόγοι ανακοπής που μπορεί να αντιτάξει ένας οφειλέτης στο πλαίσιο της διαδικασίας εκτέλεσης υποθήκης, μεταξύ των οποίων δεν περιλαμβάνεται η ύπαρξη καταχρηστικής ρήτρας σε σύμβαση ενυπόθηκου δανείου. Το συγκεκριμένο στοιχείο μπορεί να προβληθεί μόνο σε χωριστή ένδικη διαδικασία στο πλαίσιο αναγνωριστικής αγωγής, η οποία δεν αναστέλλει τη διαδικασία εκτέλεσης της υποθήκης. Εξάλλου, στο πλαίσιο της κατά το ισπανικό δίκαιο διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης, η κατακύρωση ενυπόθηκου πράγματος σε τρίτο αποκτά καταρχήν μη αναστρέψιμο χαρακτήρα. Συνεπώς, αν η απόφαση του δικαστηρίου της ουσίας με την οποία αναγνωρίζεται ο καταχρηστικός χαρακτήρας ρήτρας δανειακής σύμβασης - και, ως εκ τούτου, η ακυρότητα της διαδικασίας εκτέλεσης υποθήκης - εκδοθεί μετά την κατάσχεση του ακινήτου, η απόφαση μπορεί να εξασφαλίσει στον καταναλωτή προστασία μόνο σε μεταγενέστερο στάδιο, υπό μορφή αποζημιώσεως, χωρίς το πρόσωπο να μπορεί να ανακτήσει την κυριότητά του.


Σύμφωνα με τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης, ο M. Aziz συνήψε με την τράπεζα Catalunyacaixa σύμβαση ενυπόθηκου δανείου ποσού 138.000 ευρώ, με υποθήκη επί της οικογενειακής κατοικίας του. Ένα χρόνο αργότερα, ο M. Aziz σταμάτησε την καταβολή των μηνιαίων δόσεων και εξεδόθη σε βάρος του διαταγή πληρωμής για εξόφληση της οφειλής με την οποία όμως δεν συμμορφώθηκε, με αποτέλεσμα το χρηματοπιστωτικό ίδρυμα να κινήσει διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος του. Ο M. Aziz δεν παρέστη στη διαδικασία και, ως εκ τούτου, εκδόθηκε εντολή κατάσχεσης του ακινήτου. Κατά τον πλειστηριασμό που διενεργήθηκε, δεν υπήρξαν πλειοδότες, οπότε, σύμφωνα με την ισπανική νομοθεσία, το πλειστηριασθέν ακίνητο κατακυρώθηκε στο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα στο 50 % της αξίας του. Στις αρχές του 2011, πραγματοποιήθηκε έξωση του M. Aziz από την κατοικία του ενώ λίγο νωρίτερα, αυτός είχε ασκήσει αγωγή ζητώντας την ακύρωση μιας ρήτρας της δανειακής σύμβασης, την οποία θεωρούσε καταχρηστική και, κατ’ επέκταση, την ακύρωση της διαδικασίας εκτέλεσης της υποθήκης.


Η υπόθεση έφτασε ενώπιον του ΔΕΕ όταν Δικαστήριο της Βαρκελώνης απέστειλε προδικαστικό ερώτημα αναφορικά αφενός, με τη συμβατότητα της ισπανικής νομοθεσίας με την Οδηγία 93/13/ΕΟΚ περί καταχρηστικών ρητρών, καθόσον έκρινε ότι η εθνική νομοθεσία καθιστά δυσχερή την εξασφάλιση αποτελεσματικής ένδικης προστασίας του καταναλωτή και, αφετέρου, με τα στοιχεία που συνθέτουν την έννοια της «καταχρηστικής ρήτρας», κατά την έννοια της Οδηγίας.

Το ΔΕΕ, με την απόφασή του, επισημαίνει ότι η Οδηγία περί καταχρηστικών ρητρών αποκλείει μια εθνική κανονιστική ρύθμιση, όπως η επίμαχη, η οποία δεν παρέχει στο δικαστήριο της ουσίας τη δυνατότητα λήψης προσωρινών μέτρων. Επίσης, διαπιστώνεται ότι το ισπανικό δικονομικό σύστημα θίγει την επιδιωκόμενη από την Οδηγία προστασία.


Αναφορικά δε, με την έννοια της «καταχρηστικής ρήτρας», το Δικαστήριο τονίζει ότι το περιεχόμενο της έννοιας θα πρέπει να εκτιμάται λαμβανομένων υπ’ όψη των κανόνων του εθνικού δικαίου καθώς και της έννομης κατάστασης, στην οποία βρίσκεται ο καταναλωτής.


Συνεπώς, το ΔΕΕ, με βάση τα ανωτέρω, αποφάνθηκε ότι εναπόκειται στην κρίση του εθνικού δικαστηρίου να εξακριβώσει αν η ρήτρα περί των τόκων υπερημερίας (ετήσιοι τόκοι υπερημερίας ύψους 18.75 % που εφαρμόζονται αυτόματα επί των μη καταβληθέντων εμπροθέσμως ποσών) που περιελήφθη στη σύμβαση του M. Aziz είναι ή όχι καταχρηστική.

Σχόλιό μου: Η παραπάνω απόφαση έρχεται σε συνέχεια των σχετικών, ήδη εκδοθεισών αποφάσεων του ΔΕΕ (ΔΕΚ C-240/98 έως 244/98, απόφ 27-6-2000, ΧρΙΔ 2001,36, ΔΕΚ υπόθ C-476/2000, απόφαση 21-11-2002, Cofidis SA/Jean-Luis Fredout, Αρμ 2003,1042 με παρατηρήσεις Τσερκέζη, ΔΕΚ C-372/99 απόφ 24-1-2002 Επιτροπή ΕΚ κατά Ιταλικής Δημοκρατίας και ΔΕΚ C-168/2008 απόφ 26-10-2006 Mostaza Claro), σύμφωνα με τις οποίες, ο εθνικός δικαστής, υποχρεούται σε αυτεπάγγελτη έρευνα της καταχρηστικότητας των ΓΟΣ που περιλαμβάνονται στις συμβάσεις προσχωρήσεως (δανειακές συμβάσεις) των τραπεζών (Σκέψεις 42 επ. της Απόφασης).  

Στην προκειμένη υπόθεση, σε δίκη περί την εκτέλεση, το ΔΕΕ, έκρινε ότι ο καταναλωτής θα έπρεπε να δικαιούται και να μπορεί να προτείνει την καταχρηστικότητα των ΓΟΣ της δανειακής του σύμβασης, έννομη συνέπεια της οποίας θα ήταν η εν μέρει (έστω) ακυρότητα της απαίτησης αλλά και η ακυρότητα της επισπευδόμενης αναγκαστικής εκτέλεσης.

Με τη σειρά αυτών των αποφάσεων του ΔΕΕ (η συγκεκριμένη νομολογία του οποίου επαναλαμβάνεται παγίως) νομίζω ότι δικαιώνομαι προσωπικά, όταν επιμένω (έστω και παρά τα αντίθετα σχόλια αντιδίκων και δικαστών) να προτείνω τις καταχρηστικότητες των ΓΟΣ των δανειακών συμβάσεων, σε κάθε δίκη, είτε αφορά την απαίτηση, είτε την εκτελεστική διαδικασία, είτε τον πιθανολογούμενο κίνδυνο (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων για την εγγραφή προσημείωσης υποθήκης κλπ).

Έχω την πεποίθηση ότι σύντομα θα αρχίσουν και οι Έλληνες Δικαστές να εξετάζουν αυτεπάγγελτα την καταχρηστικότητα των ΓΟΣ, εγκαταλείποντας τις υπεκφυγές (πχ ότι οι ισχυρισμοί περί ΓΟΣ αφορούν σε δίκες περί το ύψος και το κύρος της απαιτήσεως, όπως σε περίπτωση ανακοπής κατά διαταγής πληρωμής), συντασσόμενοι με το νομολογιακό δεδομένο του ΔΕΕ, όχι μόνο με σκοπό την προστασία των καταναλωτών αλλά πρωτίστως με σκοπό την προστασία του κοινού περί δικαίου αισθήματος και της ίδιας της Δικαιοσύνης, εν τέλει.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

de jure app